Διαπραγμάτευση για ποιον;



ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΝΤΑΙ;


Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τους "εταίρους". Μια πολιτική γραμμή στην οποία βασίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα και που στην ουσία έθετε ότι η λύση στα προβλήματα του λαού μπορεί να βρεθεί σε συνεννόηση με τους ιμπεριαλιστές και την αστική τάξη, γενικά με τους όρους και στο πλαίσιο αυτού του συστήματος. Πρόκειται για μια συζήτηση που δεν περιορίζεται στο πλαίσιο της αριστεράς, αλλά αφορά συνολικά το λαό και τη νεολαία. Τι κατάσταση βιώνει, τι έχει να αντιμετωπίσει και ποια είναι τα καθήκοντα του κινήματος.

Αυτό που έχει ήδη γίνει φανερό από την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους ιμπεριαλιστές είναι ότι αυτό που τίθεται καμία σχέση δεν έχει με τις εξαγγελίες που προεκλογικά πλάσαρε ο ΣΥΡΙΖΑ (επαναφορά στα 751, Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας κλπ.), πόσο μάλλον με αιτήματα του λαϊκού κινήματος όλο το προηγούμενο διάστημα. Η συμφωνία της 20/2 στο Eurogroup επικύρωσε ότι πρέπει να τηρηθούν όλες οι συμφωνημένες δεσμεύσεις, δηλαδή να συνεχιστεί η αντιλαϊκή πολιτική και έθεσε τις βάσεις για ένα νέο μνημόνιο, ενώ όλες οι υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ που αφορούσαν το λαό μπήκαν στον πάγο ως "μονομερείς ενέργειες".

Όλες αυτές οι διαπραγματεύσεις λοιπόν σε ποια βάση γίνονται, τι εκφράζουν, ποιο είναι το περιεχόμενό τους.

Αρχικά να πούμε ότι η βάση της διαπραγμάτευσης βρίσκεται στο πλαίσιο εξάρτησης της αστικής τάξης από αμερικάνους και ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Μια σχέση η οποία εκφράζεται σε όλα τα επίπεδα και σχετίζεται με τις επιδιώξεις των ιμπεριαλιστών για τη χώρα αλλά και πιο συνολικά: με την επίθεση στην εργατική τάξη με στόχο την πλήρη υποταγή της στο κεφάλαιο, με την επίθεση των ιμπεριαλιστών απέναντι στους λαούς σε παγκόσμια κλίμακα, με τον οξύτατο ανταγωνισμό ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές για το ξαναμοίρασμα του κόσμου.

Αυτήν την πραγματικότητα έρχεται να διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεχόμενος το πλαίσιο ΕΕ-ΟΝΕ-ΝΑΤΟ και καλείται να συνεχίσει να προωθεί την αντιλαϊκή πολιτική ως ο επόμενος διαχειριστής του συστήματος. Εδώ έχει σημασία να πούμε ότι ο πολιτικός χώρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε πάντα αναφορά σε μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα. Τα οποία υπό το βάρος της κρίσης και της επέκτασης της επίθεσης ένιωσαν να συνθλίβονται, να συμπιέζονται ραγδαία προς τα κάτω σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτή η εξέλιξη εκφράστηκε σε πολιτικό επίπεδο με την αποστοίχιση τους από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα της αστικής τάξης (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), το γκρέμισμα του ΠΑΣΟΚ, τη συνολική αποσταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού και με βάση τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είδε την "ευκαιρία" του σε αυτές τις εξελίξεις. Να προσπαθήσει να εκφράσει αυτά τα μεσοστρώματα με μια κατεύθυνση που αναζητούσε μια εύκολη και γρήγορη "επιστροφή" στην προ κρίσης εποχή και που συμπυκνωνόταν στο αίτημα "να πέσει η κυβέρνηση" που προβαλλόταν στις μεγάλες και μικρές κινητοποιήσεις των εργαζομένων και του λαού. Εκμεταλλευόμενος τις ανεπάρκειες του κινήματος κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να εκφράσει εκλογικά αυτά τα στρώματα αναγκαζόμενος, έστω επικοινωνιακά, να "υιοθετήσει" αιτήματα του λαού στους αγώνες που έδινε (π.χ. επαναπρόσληψη των απολυμένων). Ενώ από την άλλη συνέχισε τη δεξιόστροφη πορεία και τις εγγυήσεις προς το σύστημα για να πείσει πως μπορεί να είναι ο επόμενος διαχειριστής.

Με βάση τα παραπάνω διαμορφώνει και την πολιτική του ως κυβέρνηση. Ξέκοψε πλήρως από τα λαϊκά συμφέροντα και διεκδικήσεις και έχει αποδεχτεί στο σύνολό του το πλαίσιο της εξάρτησης που ορίζει πολύ συγκεκριμένα και τα δικά του όρια κίνησης. Σε τελική ανάλυση έχει παραιτηθεί ακόμη και από την επιδίωξη ενός "νέου κοινωνικού συμβολαίου προς όφελος των μεσαίων στρωμάτων". Αυτό που πλέον έχει αναλάβει να διαπραγματευτεί είναι οι επιδιώξεις της αστικής τάξης για μια καλύτερη μεταχείρισή της από τους ιμπεριαλιστές, για ένα νέο και λιγότερο ασφυκτικό συμβόλαιο για την ίδια.

Αυτό που καμία πλευρά δε διαπραγματεύεται, και αποτελούσε και προϋπόθεση για την κυβερνητική διαχείριση, είναι η συνέχιση και η κλιμάκωση της επίθεσης στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του λαού και της εργατικής τάξης. Από εκεί και πέρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διαπραγματεύεται αυτά που ήδη διαπραγματευόταν η αστική τάξη με την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή ζητήματα που αφορούν τα ιδιαίτερα συμφέροντα της αστικής τάξης, όπως πρόσφατα στο ζήτημα της διασφάλισης ρευστότητας των τραπεζών, διευκολύνσεις στους όρους αποπληρωμής του χρέους και τους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος, τη δυνατότητα πρόσβασης σε ευρωπαϊκά κονδύλια, νέες προϋποθέσεις για ιδιωτικοποιήσεις (να είναι "επικερδείς για τα έσοδα της κυβέρνησης" όπως αναφέρει η συμφωνία 20/2 στο Eurogroup), κ.ά. Γίνεται κατανοητό, λοιπόν, ότι αυτό που τίθεται υπό διαπραγμάτευση είναι η σχέση της αστικής τάξης με τους ιμπεριαλιστές. Συνεπώς, και σε σχέση με τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων, το πάνω χέρι το έχουν οι ιμπεριαλιστές και ό,τι αποφασιστεί θα φέρει τη σφραγίδα των επιδιώξεών τους και σαν σύνολο, αλλά και σαν κάθε δύναμη ξεχωριστά στη βάση του ανταγωνισμού τους. Και είναι αυτές οι επιδιώξεις που ορίζουν το χώρο και το πλαίσιο κίνησης της αστικής τάξης όπως έχει φανεί από τις εξελίξεις τα τελευταία χρόνια. Στη βάση αυτή οι όποιες παραχωρήσεις (αν υπάρξουν) θα αφορούν σε κάποια περιθώρια που θα δοθούν στην αστική τάξη και ακριβώς για να στηριχθεί για λογαριασμό του συστήματος και απέναντι στο λαό.

Με βάση τα παραπάνω γίνεται καθαρό ότι ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτα από τη διαπραγμάτευση με τους ιμπεριαλιστές δυνάστες. Η εκτεταμένη φτώχεια, η ανεργία, η εξαθλίωση, η αναίρεση στοιχειωδών δικαιωμάτων στην παιδεία, την υγεία, την ασφάλιση είναι αποτελέσματα της πολιτικής της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης. Μια πολιτική που δεν πρόκειται να αναιρεθεί από δυνάμεις μέσα στα πλαίσια του συστήματος. Καμία αναμονή, λοιπόν, δεν πρέπει να δείξει ο λαός. Νέα δεσμά και νέο γύρο επίθεσης ετοιμάζουν στην πλάτη του. Γι’ αυτό το λόγο ο λαός και οι εργαζόμενοι πρέπει να ξαναβγούν στο προσκήνιο των εξελίξεων, να οργανώσουν τους αγώνες τους απέναντι στην επίθεση σε δικαιώματα και κατακτήσεις, να συγκροτήσουν το δικό τους μέτωπο αντίστασης.



Έναυσμα, τεύχος 43











Σχόλια